-
1 ἀπο-πτύω
ἀπο-πτύω (s. πτύω), ausspeien, ὄνϑον Il. 23, 781; ἁλὸς ἄχνην 4, 426, die Woge wirst Schaum aus; σίαλον ἐκ τοῠ στόματος Xen. Mem. 1, 2, 54 u. Sp. Von Pferden, die den Zügel nicht vertragen, s. Jacobs zu Philostr. p. 280. Gew. übertr., verschmähen, verabscheuen, Hes. O. 724; Aesch. Eum. 293; bes. im aor. ἀπέπτυσα, Prom. 1072 Ag. 953 u. öfter; λόγους Soph. frg. 616; vgl. Ar. Pax 520; absolut, Eur. Hec. 1265, ἀπέπτυσα, Schol. καταφρονῶ; öfter in Anth.
См. также в других словарях:
κυρτός — Όρος που χρησιμοποιείται για τον χαρακτηρισμό ορισμένου είδους σχημάτων, στη συνήθη γεωμετρία (κ. πολύγωνο, κ. πολύεδρο κλπ.) αλλά και γενικότερα στην τοπολογία και στην ανάλυση (κ. χώρος, κ. συνάρτηση κ.ά.). κυρτή ακολουθία. Κάθε ακολουθία… … Dictionary of Greek